Ο Θεός των στιγμών, που δεν πρόλαβαν να τελειώσουν
Δρ Ευστράτιος Παπάνης
Λένε πως μια φορά κάθε χιλιάδες χρόνια βαριέται ο Θεός την τόση αρμονία και την τάξη.
Ξεχνά για λίγο η καρδιά Του τη Δικαιοσύνη και τη Σοφία, επειδή μεθά με το κρασί της Αγάπης.
Κι όλοι γνωρίζουν πως στο μεθύσι αυτό η παραζάλη σε κάνει να αγαπάς εξίσου το δίκαιο με το άδικο, το σωστό με το σφάλμα, το συμμετρικό με το απροσάρμοστο, το ευλογημένο με το καταραμένο, τον πόνο με την ελπίδα.
Μερικοί μάλιστα ισχυρίζονται πως κάποτε σε ένα τέτοιο μεθύσι της αγάπης φίλιωσε ακόμα και το Διάβολο και δεήθηκε για τα πράγματα και τις ψυχές, που λησμονήθηκαν στην κόλαση και στη φωτιά.
Θυμάται τότε μέσα στις μουσικές και στο ποτό, κλαίγοντας και τραγουδώντας, το πιο αγαπημένο του λάθος, το πιο τραγικό τέκνο της πλάσης, τον άνθρωπο. Κανείς δεν επιτρέπεται να μιλά γι αυτό, αν και όλοι ξέρουν πως ήταν μετά από ένα τέτοιο γλέντι που έγινε:
Όχι χουν από της γης, όχι όχι από χώμα.
Με πόνο και ελπίδα τον έφτιαξε, από καθαρή και ατόφια αγάπη, τόση που περικλείει μέσα της την ειρήνη και τον πόλεμο, τη διχόνοια και τη φιλία, τη θυσία και την προδοσία, το θάνατο και τη ζωή, τη σταύρωση και την ανάσταση.
Και δεν ενεφύσησεν πνοήν σκέτη ζωής, αλλά τον φίλησε στο στόμα με τη δική του μεθυσμένη ανάσα, τον κέρασε από το δικό του πιοτό, τραγούδησαν αγκαλιασμένοι τους αμανέδες της δημιουργίας.
Και όλοι ξέρουν πως αυτοί που γίνονται αδέρφια την ώρα του κρασιού και της αγάπης, είναι αντίπαλοι στα θνητά, μα συμπολεμιστές στα αιώνια.
Από τότε κάθε που μεθάει ο Θεός με την αγάπη διώχνει μακριά τα σύννεφα, που τον κρύβουν από τα μάτια, μετακινεί με τα δάχτυλα όλα όσα Τον κάνουν αόρατο στις ψυχές, την έπαρση, την αχαριστία, το φθόνο, σκίζει με ένα του νεύμα τον ουρανό και ανοίγει ένα μυστικό πέρασμα ανάμεσα στους δύο κόσμους για να δει και να Τον δουν τα παιδιά Του
Ξεχύνονται τότε οι ψυχές από τον παράδεισο και από την κόλαση να πάνε να μαζέψουν όλα όσα άφησαν κάτω μισοτελειωμένα.
Και επιστρέφουν το σούρουπο αποκαμωμένες με όσα πρόλαβε να περισώσει η καθεμία:
Άλλη λόγια που δεν πρόλαβαν να ειπωθούν, άλλη στιγμές που ανέστιες απόμειναν, ενώ θα μπορούσαν να γίνουν βαρύτιμες, άλλη επιλογές που δεν προτιμήθηκαν, άλλη έρωτες που πριν εξιδανικευτούν ξεψυχήσανε , άλλη εκβάσεις, που από δειλία δεν επιτεύχθηκαν.
Και άλλες στις χούφτες κουβαλούν τα δάκρυα εκείνων, που για τους νεκρούς τους θρηνούν, και τα κάνουν πηγές στα αθάνατα
Και καθώς περιδιαβαίνει ο Θεός τον Κήπο ή την Κόλαση μεθυσμένος σκοντάφτει στου συμπάντου τα ατελείωτα και στης αγάπης ταλάφυρα.
Σε στιγμές και αμαρτωλές και άγιες, σε αισθήματα που δεν τελειώθηκαν
Και σκύβει με στοργή και κατάνυξη και με Πνοήν Αγάπης τα ανασταίνει
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου